Περασμένα
μεσάνυχτα της Τετάρτης κατηφόριζα με το αυτοκίνητό μου την οδό Υμηττού, στο
Παγκράτι, και ρίχνοντας μια ματιά στον καθρέφτη αντιλήφθηκα δύο μοτοσυκλέτες
της ομάδας «ΔΙΑΣ» να βρίσκονται 50 περίπου μέτρα πίσω μου. Ύστερα από λίγα λεπτά με προσπέρασαν και
όταν εγώ έφθασα στην οδό Βουλιαγμένης διαπίστωσα ότι με ακολουθούσαν... τέσσερις μοτοσυκλέτες της «ΔΙΑΣ». Συνέχισα την πορεία μου προς τον
Άγιο Δημήτριο και όταν κοίταξα πάλι στον καθρέφτη, οι μοτοσυκλέτες είχαν γίνει οκτώ και με ακολουθούσαν σε απόσταση
30-40 μέτρων. Ξαφνικά από την «τιμητική» αυτή ακολουθία άρχισαν να ακούγονται
πολύ δυνατές φωνές και για να είμαι ακριβής θα πώ ακατάληπτα λόγω αποστάσεως
ουρλιαχτά.
Από
περιέργεια ανέκοψα ταχύτητα και κατάλαβα ότι απευθυνόντουσαν σε μένα. Υπέθεσα
ότι θα ήταν κάποιος συνήθης έλεγχος. Όμως,
μόλις σταμάτησα στο δεξιό μέρος της λεωφόρου Βουλιαγμένης τους άκουσα να
φωνάζουν ταυτοχρόνως διάφορες εντολές όπως : «άνοιξε το παράθυρο», «βγές έξω με
τα χέρια ψηλά», «κράτα στο χέρι σου το κλειδί του αυτοκινήτου» και άλλες που δεν θυμάμαι. Όπως είναι
φυσικό, υπάκουσα και συνεμορφώθην προς τας υποδείξεις. Άνοιξα την πόρτα του
αυτοκινήτου μου και με ήρεμες κινήσεις βγήκα από αυτό, φροντίζοντας παράλληλα να
φαίνονται τα χέρια μου. Μόλις με είδαν οι αστυνομικοί, με αναγνώρισαν και είδα
στα πρόσωπά τους να σχηματίζεται μια έκφραση ανακούφισης. Κάποιος μάλιστα εξ
αυτών μου είπε ότι επειδή δεν μπορούσαν να δούν στο εσωτερικό του αυτοκινήτου,
«ανέβασαν παλμούς» και ήταν έτοιμοι να
κάνουν χρήση των όπλων τους.
Το
συμβάν τελείωσε εδώ, και αφού με χαιρέτησαν ευγενικά συνέχισαν την περιπολία
τους και εγώ κατευθύνθηκα στον προορισμό μου.
Σκέφτομαι
όμως ότι πιθανόν να γλύτωσα από κάποιο «ατύχημα» ή έστω απλά από ατυχία. Δεν
θέλω να φανταστώ τι θα μπορούσε να είχε συμβεί αν από την κακιά ώρα ή από
σύμπτωση κάποιος θόρυβος από εξάτμιση των διερχομένων μηχανών μεγάλου κυβισμού
ή κάτι σχετικό προκαλούσε φόβο στους αστυνομικούς την ώρα που βρισκόμουν ακόμα
μέσα στο αυτοκίνητό μου και δεν με είχαν αναγνωρίσει. Πιθανολογώ ότι θα είχαν
κάνει χρήση των όπλων τους, οπότε....
Το
δίδαγμα από το περιστατικό αυτό είναι ότι οι άνδρες (και γυναίκες) της ομάδας
«ΔΙΑΣ» δεν έχουν προετοιμαστεί κατάλληλα και επαρκώς για να φέρουν εις πέρας το
ομολογουμένως δύσκολο και επικίνδυνο έργο τους.
Ο φόβος
στον αστυνομικό είναι κακός σύμβουλος και η έλλειψη επαγγελματισμού
χειροτερεύει τα πράγματα.
Διερωτώμαι
γιατί, ενώ «παρακολουθούσαν ως ύποπτο» το αυτοκίνητό μου, δεν ζήτησαν να
πληροφορηθούν μέσω ασυρμάτου αν το συγκεκριμένο όχημα απασχολούσε τις
αστυνομικές αρχές, ποιός ήταν ο ιδιοκτήτης κτλ.
Απορώ
γιατί δεν έκαναν χρήση οπτικών και ηχητικών σημάτων για να με ειδοποιήσουν να
ακινητοποιήσω το αυτοκίνητό μου, αλλά με φωνές και ουρλιαχτά, με ειδοποίησαν
ότι έπρεπε να σταματήσω. Αν στην θέση μου βρισκόταν ένας κακοποιός, το πιό
πιθανό θα ήταν να μην είχε σταματήσει ενδεχομένως δε να τους είχε πυροβολήσει.
Καλώ
λοιπόν τους αρμοδίους να σκύψουν πάνω στο πρόβλημα της μη επαρκούς και
κατάλληλης εκπαίδευσης των αστυνομικών, ιδιαιτέρως δε εκείνων που στελεχώνουν
τις μηχανοκίνητες περιπολίες, γιατί η
εγκληματικότητα έχει αποκτήσει πολλά νέα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά.
Ο αστυνομικός, για να μπορέσει να φέρει εις πέρας το έργο του, προληπτικό και
κατασταλτικό, πρέπει να διακρίνεται από
επαγγελματισμό που μόνο η σωστή και επαρκής εκπαίδευση εξασφαλίζουν.
Το έργο
της ομάδας «ΔΙΑΣ» είναι σημαντικό και επιτυχημένο. Όμως μια αναποδιά μπορεί να
προκαλέσει καταστροφή αλλά τότε θα
είναι αργά.
Γιάννης
Δαραβίγκας