Πριν λίγες ημέρες, ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας και πρώην πρωθυπουργός της Πορτογαλίας κ. Μάριο Σοάρες δημοσίευσε άρθρο του, στην ισπανική εφημερίδα «Ελ Παΐς», στο οποίο με ευθύτητα και ειλικρίνεια ομολογεί ότι στην ευρωπαϊκή ένωση : «ανατράπηκαν βαθμιαία μερικές από τις θεμελιώδεις αρχές του σχεδίου των αποκαλούμενων ιδρυτικών χωρών».Με φόντο τις εξελίξεις στην Πορτογαλία, όπου η τρόϊκα πάτησε ήδη πόδι, αλλά και τις εξελίξεις στην Ελλάδα και στην Ιρλανδία ο σοσιαλιστής πορτογάλος προειδοποιεί ότι : «Αν η Ευρώπη δεν αντιληφθεί τη δυσαρέσκεια που βασιλεύει παντού εναντίον των εθνικών κυβερνήσεων και των ευρωπαϊκών θεσμών και την απόσταση που τους χωρίζει από τους λαούς τους, είναι αναμφίβολο ότι βαδίζουμε προς την παρακμή της ΕΕ σε έναν κόσμο που βρίσκεται υπό μετασχηματισμό και ότι βαδίζουμε προς την πιθανή αποσύνθεση της ΕΕ».
Σε ότι αφορά στην στάση των σοσιαλιστών στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, αλλά και στις ευθύνες τους, ο κ. Σοάρες αναφέρει ότι : «Η ΕΕ αυτή τη στιγμή κυβερνάται από 24 συντηρητικά και υπερσυντηρητικά κόμματα και από μόλις τρία σοσιαλιστικά στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Τα τρία αυτά κράτη μπορούσαν να έχουν μείνει ανυποχώρητα στις απαιτήσεις μιας Γερμανίας που τα πέταγε προς μια απαράδεκτη ύφεση. Δεν βρήκαν όμως το θάρρος να το κάνουν».
Κοινή πορεία;;
Η τελευταία αυτή αναφορά στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία που με σοσιαλιστικές κυβερνήσεις οδηγήθηκαν στον λεγόμενο μηχανισμό στήριξης, που δεν είναι τίποτα άλλο από την επιβολή ενός είδους οικονομικής δικτατορίας, περιγράφει με μελανά χρώματα τις ευθύνες των αυτοαποκαλουμένων σοσιαλιστών, για την υποταγή τους στα κελεύσματα του διεθνούς κεφαλαίου.
Η Ελλάδα, η Πορτογαλία αλλά και η Ισπανία, για κάποιο ανεξήγητο λόγο περί τα μέσα της δεκαετίας του 1970 αποτίναξαν τις δικτατορίες που κυβερνούσαν τότε και ξανάζησαν την δημοκρατία, με κυβερνήσεις διαφόρων πολιτικών και κοινωνικών προσανατολισμών.
Σήμερα η Ελλάδα, η Πορτογαλία και αύριο πολύ πιθανόν η Ισπανία βρίσκονται στο έλεος της διεθνούς κερδοσκοπίας και της τρόϊκα, με αποτέλεσμα τον οικονομικό μαρασμό και την δυσπραγία.
Στην Ελλάδα όμως, ο σοσιαλισμός, με καθαρά μικροκομματικά κριτήρια, προσπαθεί να αποδείξει ότι για όλα τα δεινά ευθύνονται οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις που κατά καιρούς κυβέρνησαν τον τόπο. Η κυβέρνηση Παπανδρέου προσπαθεί να «σώσει» την χώρα από την χρεοκοπία οδηγώντας τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σε πτώχευση και καταστροφή. Είναι δύσκολο να βρει οποιοσδήποτε καλόπιστος παρατηρητής κάποια δικαιολογία για να ερμηνεύσει την φορολογική αφαίμαξη και την κοινωνική αναλγησία που ο σοσιαλισμός επιδεικνύει για την εξυπηρέτηση των εντολέων του.
Τα φρουτάκια
Και σα να μην έφθαναν όλα τα δεινά τα οποία υφίστανται οι Έλληνες πολίτες, το επιδόρπιο που μας προσφέρει η σοσιαλιστική κυβέρνηση, είναι τα φρουτάκια. Με δεδομένη την ροπή των Ελλήνων προς τον τζόγο, είναι βέβαιο ότι θα γίνουμε μάρτυρες κοινωνικών και οικογενειακών δραμάτων. Υπάρχουν βεβαίως εκείνοι που υποστηρίζουν πως τα τυχερά παιχνίδια υπήρχαν και ήταν στην πλειονότητά τους παράνομα μέχρι σήμερα. Όμως η επίσημη υιοθέτηση του τζόγου, έστω και αν πρόκειται για συμβατική υποχρέωση της χώρας μας που απορρέει από το μνημόνιο, είναι βέβαιο θα συμβάλλει στην αφαίμαξη των πολιτών και στην συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια ολίγων και επιτηδείων, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως. Έχω την πεποίθηση πως όπως το φρούτο του σοσιαλισμού έτσι και τα φρουτάκια του, δεν πρόκειται να βοηθήσουν την χώρα μας για να ξεπεράσει την κρίση.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΡΑΒΙΓΚΑΣ
Σε ότι αφορά στην στάση των σοσιαλιστών στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, αλλά και στις ευθύνες τους, ο κ. Σοάρες αναφέρει ότι : «Η ΕΕ αυτή τη στιγμή κυβερνάται από 24 συντηρητικά και υπερσυντηρητικά κόμματα και από μόλις τρία σοσιαλιστικά στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Πορτογαλία. Τα τρία αυτά κράτη μπορούσαν να έχουν μείνει ανυποχώρητα στις απαιτήσεις μιας Γερμανίας που τα πέταγε προς μια απαράδεκτη ύφεση. Δεν βρήκαν όμως το θάρρος να το κάνουν».
Κοινή πορεία;;
Η τελευταία αυτή αναφορά στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία που με σοσιαλιστικές κυβερνήσεις οδηγήθηκαν στον λεγόμενο μηχανισμό στήριξης, που δεν είναι τίποτα άλλο από την επιβολή ενός είδους οικονομικής δικτατορίας, περιγράφει με μελανά χρώματα τις ευθύνες των αυτοαποκαλουμένων σοσιαλιστών, για την υποταγή τους στα κελεύσματα του διεθνούς κεφαλαίου.
Η Ελλάδα, η Πορτογαλία αλλά και η Ισπανία, για κάποιο ανεξήγητο λόγο περί τα μέσα της δεκαετίας του 1970 αποτίναξαν τις δικτατορίες που κυβερνούσαν τότε και ξανάζησαν την δημοκρατία, με κυβερνήσεις διαφόρων πολιτικών και κοινωνικών προσανατολισμών.
Σήμερα η Ελλάδα, η Πορτογαλία και αύριο πολύ πιθανόν η Ισπανία βρίσκονται στο έλεος της διεθνούς κερδοσκοπίας και της τρόϊκα, με αποτέλεσμα τον οικονομικό μαρασμό και την δυσπραγία.
Στην Ελλάδα όμως, ο σοσιαλισμός, με καθαρά μικροκομματικά κριτήρια, προσπαθεί να αποδείξει ότι για όλα τα δεινά ευθύνονται οι κεντροδεξιές κυβερνήσεις που κατά καιρούς κυβέρνησαν τον τόπο. Η κυβέρνηση Παπανδρέου προσπαθεί να «σώσει» την χώρα από την χρεοκοπία οδηγώντας τους πολίτες και τις επιχειρήσεις σε πτώχευση και καταστροφή. Είναι δύσκολο να βρει οποιοσδήποτε καλόπιστος παρατηρητής κάποια δικαιολογία για να ερμηνεύσει την φορολογική αφαίμαξη και την κοινωνική αναλγησία που ο σοσιαλισμός επιδεικνύει για την εξυπηρέτηση των εντολέων του.
Τα φρουτάκια
Και σα να μην έφθαναν όλα τα δεινά τα οποία υφίστανται οι Έλληνες πολίτες, το επιδόρπιο που μας προσφέρει η σοσιαλιστική κυβέρνηση, είναι τα φρουτάκια. Με δεδομένη την ροπή των Ελλήνων προς τον τζόγο, είναι βέβαιο ότι θα γίνουμε μάρτυρες κοινωνικών και οικογενειακών δραμάτων. Υπάρχουν βεβαίως εκείνοι που υποστηρίζουν πως τα τυχερά παιχνίδια υπήρχαν και ήταν στην πλειονότητά τους παράνομα μέχρι σήμερα. Όμως η επίσημη υιοθέτηση του τζόγου, έστω και αν πρόκειται για συμβατική υποχρέωση της χώρας μας που απορρέει από το μνημόνιο, είναι βέβαιο θα συμβάλλει στην αφαίμαξη των πολιτών και στην συγκέντρωση του πλούτου στα χέρια ολίγων και επιτηδείων, όπως άλλωστε συμβαίνει συνήθως. Έχω την πεποίθηση πως όπως το φρούτο του σοσιαλισμού έτσι και τα φρουτάκια του, δεν πρόκειται να βοηθήσουν την χώρα μας για να ξεπεράσει την κρίση.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΡΑΒΙΓΚΑΣ